Με τις κυριότερες διεθνείς αγορές να έχουν στραμμένη τη ματιά τους στις 22 Ιουλίου οπότε κρίνεται, σε μεγάλο βαθμό, η ομαλή επαναφορά της παροχής του φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ευρώπη, η συγκεκριμένη ημερομηνία ενδέχεται να αναδειχθεί στην πλέον σημαντική του έτους. Τουλάχιστον αυτό εκτιμά η Deutsche Bank σε σχετική ανάλυσή της.
Σύμφωνα με έρευνα μεταξύ διεθνών αναλυτών, εάν επαληθευτεί το αρνητικό σενάριο της συγκεκριμένης υπόθεσης, αναμένεται υποχώρηση των τιμών των ευρωπαϊκών μετοχών. Τα spreads των κρατών του Ευρωπαϊκού Νότου θα ανέλθουν στα επίπεδα των αρχών του 2020, το ευρώ θα βυθιστεί στα 90 σεντς και μια μεγάλη ύφεση θα καθηλώσει την Ευρώπη. Οι μεγαλύτερες "αρκούδες", δε, εκτιμούν ότι ο δείκτης - βαρόμετρο των αμερικανικών αγορών, S&P 500, μπορεί να υποχωρήσει ακόμη έως και 20%.
Την ίδια ώρα πληθαίνουν οι προειδοποιήσεις για ύφεση. Η πιθανότητα η παγκόσμια οικονομία να βυθιστεί σε ύφεση πλησιάζει το 50% καθώς οι κεντρικές τράπεζες συσφίγγουν τη νομισματική πολιτική και η ζήτηση για αγαθά αποδυναμώνεται, σημειώνει η Citigroup.
Η επενδυτική ψυχολογία παραμένει πιεσμένη, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να μην δείχνει κανένα σημάδι αποκλιμάκωσης και τις πληθωριστικές πιέσεις να επιμένουν, υποχρεώνοντας τις κεντρικές τράπεζες σε ολόκληρο τον κόσμο σε επιθετικές αυξήσεις των επιτοκίων τους, τροφοδοτώντας έτσι τις ανησυχίες για σοβαρή επιβράδυνση ή και ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας.
Μεγάλο σοκ στα κέρδη των επιχειρήσεων διεθνώς, εξέλιξη που δεν έχει αποτιμηθεί από τις χρηματιστηριακές αγορές, εκτιμά η Goldman Sachs.
Η Morgan Stanley προειδοποίησε ότι πολλές αμερικανικές εταιρείες θα υποφέρουν καθώς οι διεθνείς τους δραστηριότητες γίνονται λιγότερο κερδοφόρες, λόγω της ανόδου του δολαρίου, αναγκάζοντας πολλές από αυτές να αναθεωρήσουν προς τα κάτω τις προβλέψεις για τα αποτελέσματά τους και να βλέπουν τις μετοχές τους να υποχωρούν.